φαραγξ

φαραγξ
    φάραγξ
    -αγγος (φᾰ) ἥ
    1) обрывистая скала, утес Plut.
    2) ущелье, обрыв, пропасть Aesch., Eur., Thuc. etc.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "φαραγξ" в других словарях:

  • φάραγξ — cleft fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαράγγων — φάραγξ cleft fem gen pl φαραγγόω convert into gullies imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) φαραγγόω convert into gullies imperf ind act 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγγα — φάραγξ cleft fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγγας — φάραγξ cleft fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγγες — φάραγξ cleft fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγγι — φάραγξ cleft fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγγος — φάραγξ cleft fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγξι — φάραγξ cleft fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγξιν — φάραγξ cleft fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάραγγ' — φάραγγα , φάραγξ cleft fem acc sg φάραγγι , φάραγξ cleft fem dat sg φάραγγε , φάραγξ cleft fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • юдолие — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;}  =  сущ. (греч. φάραγξ) низменное место, долина; равнина;… …   Словарь церковнославянского языка


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»